Η πτώση του σπουργιτιού

Κυριακή, Νοεμβρίου 26, 2017

«Και εις το πέσιμο του στρουθίου υπάρχει ιδιαίτερη πρόνοια. Αν είναι τώρα, δεν είναι ερχόμενον, αν δεν είναι ερχόμενον θα είναι τώρα, αν δεν είναι τώρα όμως θα έλθει. Το παν είναι να είσαι έτοιμος. Αφού κανείς δε γνωρίζει τίποτε από όσα αφήνει, τί σημαίνει αν τ’ αφήνει γλήγορα. Ας γίνει.» Άμλετ, ε πράξη, β σκηνή, μετάφραση Ιάκωβου Πολυλά. 

Ένα από τα συναρπαστικά χαρακτηριστικά στο έργα του Σαίξπηρ είναι το πώς συμπυκνώνει τις θρησκευτικές πεποιθήσεις και υπαρξιακές αγωνίες που έχουν απασχολήσει διαχρονικά την ανθρωπότητα. Σε αυτό το απόσπασμα ο Άμλετ λέει στον καλό του φίλο πως κάποια ειδική πρόνοια έχει τον έλεγχο της ζωής ή του θανάτου. Η πηγή που ενέπνευσε αυτό το απόσπασμα φαίνεται να είναι στο κατά Ματθαίον κεφ.10, 29-30

29 οὐχὶ δύο στρουθία ἀσσαρίου πωλεῖται; καὶ ἓν ἐξ αὐτῶν οὐ πεσεῖται ἐπὶ τὴν γῆν ἄνευ τοῦ πατρὸς ὑμῶν. 30 ὑμῶν δὲ καὶ αἱ τρίχες τῆς κεφαλῆς πᾶσαι ἠριθμημέναι εἰσί.

«Δεν πουλιούνται δύο σπουργίτια αντί ενός νομίσματος μικρής αξίας; Και όμως, ούτε ένα από αυτά δεν θα πέσει στο έδαφος χωρίς να το γνωρίζει ο Πατέρας σας. Αλλά όσο για εσάς, ακόμη και οι τρίχες του κεφαλιού σας είναι όλες αριθμημένες.»

Το μήνυμα  είναι ξεκάθαρο. Ο άνθρωπος δεν έχει καν τον έλεγχο για το πόσες τρίχες έχει στο κεφάλι του, πόσο μάλλον για το θάνατο του. Αν ούτε ένα σπουργίτι δε πεθαίνει χωρίς τη γνώση του όποιου πατέρα, θεού ή πρόνοιας  τότε σίγουρα κανένας θάνατος ανθρώπου δε λαμβάνει χώρα παρά τη θέληση εκείνου. 

Τα σαιξπηρικά λόγια έρχονται να επικαθίσουν πάνω σε αυτή την εικόνα.  Δεν γνωρίζει κανείς το τέλος του, το πού και πώς : «Αν είναι τώρα δεν είναι ερχόμενον, αν δεν είναι ερχόμενον θα είναι τώρα, αν δεν είναι τώρα όμως θα έλθει.» Το μόνον που μπορεί να κάνει κάποιος για αυτό μας λέει ο Άμλετ είναι να είναι προετοιμασμένος : «Το παν είναι να είσαι έτοιμος.» Το τί εννοεί όμως με αυτό, εν μέσω μιας φαινομενικής μονάχα αταραξίας, προσπαθεί να μας το αποσαφηνίσει παρακάτω: «Αφού κανείς δε γνωρίζει τίποτε από όσα αφήνει, τί σημαίνει αν τ’ αφήνει γλήγορα. Ας γίνει.» Εδώ ο Άμλετ συμπυκνώνει όλη την οντική του στάση. Μπροστά στον αγώνα του να διεκπεραιώσει με αξιοπρέπεια και τιμή το ρόλο που έχει γραφτεί για αυτόν στα αστέρια, κι αφού δεν έχει κανέναν έλεγχο στο πιο σημαντικό γεγονός της μοίρας του, το θάνατο, ζει πραγματικά τη στιγμή. Έτοιμος. «Ας γίνει» λέει. Ότι είναι να γίνει, ας γίνει. Μόνο αυτή πλέον την πυρηνική στάση μπορεί να κρατήσει. 

Αυτή ακριβώς η στάση παρόλο που αναζητά να περιγράψει όσο πιο αληθινά γίνεται την κατάσταση του υποκειμένου, προσπαθώντας να αποδώσει μία ταυτότητα σε αυτό για το πώς αλληλοσχετίζεται με τα πάντα και με τί όρους βλέπει τον εαυτό του μες  τον κόσμο, εντούτοις υποκρύπτει μέσα της ένα εγγενές παράδοξο. Παρόλη τη φαινομενική βεβαιότητα, η σχεδόν ζεν αποδοχή για το πως μπορεί και να υπάρχει μία κρυφή τάξη που οργανώνει την κάθε μικρή λεπτομέρεια, μαρτυρά μόνο την αδυναμία του Άμλετ για γνώση. Με τη σωκρατική παράφραση «κανείς δε γνωρίζει» ουσιαστικά παραδέχεται πως όχι απλά δε γνωρίζει τίποτε, αλλά δεν γνωρίζει καλά καλά τον εαυτό του. 

Η ίδια η ταυτότητα στην απέλπιδα της προσπάθεια να βεβαιώσει τον πυρήνα της ύπαρξης της, το τί κάνει, το τί είναι, υποπίπτει σε προκλητικά εμφανείς αντιφάσεις. Ο Σαίξπηρ καταφέρνει να καθρεφτίσει την ίδια αντίφαση που επαναλαμβάνει η ανθρωπότητα ανά τους αιώνες κι έχει να κάνει με το φόβο θανάτου. Το «οὐ πεσεῖται ἐπὶ τὴν γῆν ἄνευ τοῦ πατρὸς ὑμῶν» τίθεται  αξιωματικά σαν την «ιδιαίτερη πρόνοια» του Άμλετ. Ο συνειρμός του Άμλετ είναι αναπόφευκτος: Πώς γίνεται να υπάρχει τάξη και καθολικό σχέδιο που γνωρίζει ακόμη και τον αριθμό των τριχών  στα κεφάλια μας, και αυτό το σχέδιο να περιλαμβάνει το θάνατο; Ποιό είναι το νόημα σε όλα αυτά; Η επιλογή του Σαίξπηρ να μη σταθεί καν στην βιβλική νίκη ή κατάκτηση του θανάτου που έρχεται εκ των υστέρων σαν το επιστέγασμα της πίστης, κάνει εμφανή την θρησκευτική αντίθεση που θέλει να θίξει: Ο θεός που τα ξέρει όλα και ελέγχει το θάνατο σε κάποια φάση νικά το θάνατο.

Ο Άμλετ μπορεί να μη το λέει με λόγια αλλά ενδόμυχα ικετεύει για τάξη, ικετεύει για πρόνοια, παρακαλάει για την ύπαρξη κάποιου υπερβατικού νοήματος, κάποιου θεϊκού θελήματος ή μοίρας που ορίζει τα πράγματα γιατί καίγεται σύγκορμη από αγωνία η ύπαρξη του. Γνωρίζει όμως ενδόμυχα ότι όπως και να έχουν τα πράγματα το μόνο σίγουρο στη ζωή του είναι ο θάνατος. Ικετεύει λοιπόν, παρακαλάει αλλά τελικά αποδέχεται πως το σύμπαν θα ξεδιπλωθεί όπως είναι να ξεδιπλωθεί κι ότι η τάξη ή το σχέδιο, αν τυχόν υπάρχει, πάντα θα διαφεύγει. Τελικά όλα τα ζωντανά όντα, συμπεριλαμβανομένου και του εαυτού του, μοιραία κάποια στιγμή θα πεθάνουν χωρίς να έχουν πραγματική γνώση. Και ίσως αυτό να είναι όλο μονάχα. Αιώνες μετά το αναστάσιο βιβλικό δράμα ο Σαίξπηρ επιλέγει για τον δικό του ήρωα μια αλαφροΐσκιωτη αλλοπαρμένη στωικότητα, που παρόλη της την αντίφαση, του φαίνεται πως ταιριάζει πιότερo στον ανθρώπινο αγώνα για νοηματοδότηση.

0 σχόλια